Ιωάννης Σκλαβούνος
Η εξατομικευμένη αντιμετώπιση της γονιμότητας σε συνδυασμό με την εξειδίκευση μας οδηγούν να επιτυγχάνουμε μεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας!
Αναπαραγωγική Ανοσολογία
Οι επαναλαμβανόμενες αποβολές και η αποτυχία εμφύτευσης μετά τη μεταφορά εμβρύων καλής ποιότητας στην εξωσωματική γονιμοποίηση είναι οι δυο μεγαλύτερες προκλήσεις στην αναπαραγωγική ιατρική. Την τελευταία δεκαετία έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες προκειμένου να εξακριβωθούν πιθανά ανοσολογικά αίτια μέσω της αναπαραγωγικής ανοσολογίας.
Μολονότι το ανοσοποιητικό σας σύστημα έχει σχεδιαστεί για να καταπολεμά τις μολύνσεις και να καταστρέφει τα ξένα σώματα προλαμβάνοντας τις ασθένειες, είναι εξίσου σαφές ότι μπορεί να βοηθήσει ή να αποτρέψει μια φυσιολογική εγκυμοσύνη. Το είδος ανοσοποιητικών κυττάρων για τα οποία έχει γίνει πιο εκτεταμένη έρευνα είναι ένας τύπος λεμφοκυττάρων (λευκών αιμοσφαιρίων) που ονομάζονται «φυσικά κυτταροκτόνα κύτταρα». Αυτά πρωτοστατούν στο μηχανισμό που διαθέτει το σώμα μας για να καταπολεμά τις μολύνσεις και τα τυχόν καρκινικά κύτταρα, και είναι τα πιο πολυάριθμα κύτταρα στην εσωτερική κοιλότητα της μήτρας μετά την ωορρηξία.
Ποιός πρέπει να υποβληθεί σε εξετάσεις;
Η αποτυχία της εμφύτευσης, όπως και οι συνεχόμενες αποβολές, δεν οφείλονται σε ένα μόνο πρόβλημα, επομένως είναι μάλλον απίθανο να βρεθεί μία και μοναδική λύση.
Αυτό το ζήτημα παραμένει αμφιλεγόμενο και εξετάσεις τέτοιου τύπου δεν συνιστώνται ως εξετάσεις ρουτίνας. Οι εξετάσεις για τα κύτταρα ΝΚ (φυσικά κυτταροκτόνα) δεν προτείνονται σε όλους όσους ξεκινούν την εξωσωματική θεραπεία, καθώς στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι οι γενετικές ανωμαλίες του εμβρύου που προκαλούν την αδυναμία εμφύτευσης. Ωστόσο, νέες εξελίξεις στις εξετάσεις και θεραπείες στον τομέα της αναπαραγωγικής ανοσολογίας μπορούν τουλάχιστον να μας βοηθήσουν να αποκλείσουμε μια από τις μεταβλητές που προξενούν τέτοια συναισθηματική φόρτιση στα εν λόγω ζευγάρια.
Η προοπτική της εξέτασης για τα κύτταρα ΝΚ μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης με ζευγάρια που έχουν ιστορικό επαναλαμβανόμενων αποτυχημένων προσπαθειών εξωσωματικής γονιμοποίησης και/ή απώλειες πρώιμης εγκυμοσύνης.
Επιπλέον αφορά ασθενείς με ιστορικό ενδομητρίωσης και με προηγούμενους αποτυχημένους κύκλους εξωσωματικής γονιμοποίησης, καθώς και εκείνους με ιστορικό γνωστών αυτοάνοσων παθήσεων (όπως ο Λύκος, η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα, η νόσος του Κρον, η ελκώδης κολίτιδα, το σύνδρομο χρόνιας κοπώσεως κτλ)
Τι είδους εξετάσεις μπορούν να γίνουν;
Η εξέταση για τα κύτταρα ΝΚ έχει τρία στάδια:
Οι γυναίκες μπορεί να διαθέτουν σημαντικό αριθμό κυττάρων ΝΚ αλλά εάν αυτά δεν ενεργοποιηθούν, πιστεύεται ότι είναι μάλλον απίθανο να επηρεάσουν αρνητικά τη διαδικασία της αναπαραγωγής. Το ιατρείο μας μετράμε τα επίπεδα «ενεργών» κυττάρων ΝΚ που φέρουν το δείκτη ενεργοποίησης CD-69 και, εάν αυξηθούν, έχουν αποδεδειγμένα αρνητική επίπτωση στην έκβαση της εγκυμοσύνης.
Μετράμε επιπλέον απευθείας πόσο τοξικά είναι τα κύτταρα ΝΚ ενώνοντάς τα με pregnancy-like tissue στο εργαστήριό μας και μετρώντας τα επίπεδα «κυτταροτοξικότητας». Εάν ο αριθμός των ΝΚ ή η κυτταροτοξικότητα είναι σε υψηλά επίπεδα, εξετάζουμε την πιθανότητα ανοσολογικών θεραπειών.
Το δεύτερο βήμα στη μέτρηση της κυτταροτοξικότητας συμπεριλαμβάνει τις διαθέσιμες θεραπευτικές λύσεις ( ενδοφλέβια άνοση σφαιρίνη, στεροειδή ή intralipid) προκειμένου να εξακριβωθεί εάν η φονική δράση των κυττάρων ΝΚ μπορεί να αναχαιτιστεί μέσω φαρμακευτικής αγωγής. Αυτό το στάδιο της εξέτασης μας βοηθά να καταλήξουμε στη θεραπεία που θα προτείνουμε.
Τα κύτταρα τύπου Th1 και Th2 είναι κύτταρα του ανανοσοποιητικού συστήματος των οποίων η ισορροπία έχει ζωτική σημασία για τη διατήρηση της εγκυμοσύνης. Αν η ασθενής παράγει υπερβολικά μεγάλο αριθμό κυττάρων τύπου Th1 , αυτό μπορεί να μειώσει και τις πιθανότητες επιτυχούς εμφύτευσης και ίσως να πρέπει να γίνει θεραπεία ανοσοκαταστολής.
Κάποιες γυναίκες παράγουν ένα αντίσωμα (αντίσωμα κατά της θυρεοειδικής υπεροξειδάσης ή TPOab), το οποίο μπορεί να επηρεάσει την παραγωγή ορμονών από το θυρεοειδή αδένα. Οι έρευνες δείχνουν ότι ασθενείς με υψηλά επίπεδα TPOab ή προβληματική λειτουργία του θυρεοειδούς διατρέχουν πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο να αποβάλουν.
Στην κλινική μας συνιστούμε σε όλες τις ασθενείς να ελέγχουν τη λειτουργία του θυρεοειδούς τους προτού ξεκινήσουν την θεραπεία εξωσωματικής γονιμοποίησης και τη θεραπεία για τη γονιμότητα, και στην περίπτωση κάποιων ασθενών ίσως είναι ενδεδειγμένη η διαγνωστική εξέταση TPOab. Εφόσον διαπιστωθεί κάποια ανωμαλία στη λειτουργία του θυρεοειδούς, η θεραπεία με θυροξίνη κατά τη διάρκεια της εξωσωματικής έχει διαπιστωθεί ότι μειώνει τις πιθανότητες για αποβολή.
Η hCG είναι μια ορμόνη που παράγεται κατά τα πρώτα στάδια της εγκυμοσύνης και υπάρχουν αποδείξεις ότι προκαλεί τη φυσική καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος προκειμένου να βοηθήσει την εμφύτευση του εμβρύου στη μήτρα. Υπάρχει μια θεωρία που πρεσβεύει ότι η παρουσία μητρικών αντισωμάτων ενάντια στην ορμόνη hCG ή τον υποδοχέα της μπορεί να επηρεάσει την εμφύτευση, οδηγώντας στην αποτυχία σύλληψης ή σε αποβολή.
Επαναλαμβανόμενες αποτυχίες εμφύτευσης
Επαναλαμβανόμενη απώλεια κύησης
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, όταν ένας κύκλος εξωσωματικής αποτυγχάνει ή κάποια γυναίκα αποβάλλει, η αιτία συνδέεται με το έμβρυο.
Ωστόσο εάν κάποιο ζευγάρι κάνει επαναλαμβανόμενες αποτυχημένες προσπάθειες με έμβρυα καλής ποιότητας (επαναλαμβανόμενες επιτυχίες εμφύτευσης-RIF) ή η γυναίκα έχει αποβάλει κατ’ επανάληψη, θα πρέπει να διερευνηθούν περισσότερο τα αίτια προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί η σωματική και ψυχική καταπόνηση του ζευγαριού και να βεβαιωθούμε ότι δεν υπάρχουν θεραπεύσιμες αιτίες.
Σε ζευγάρια με επαναλαμβανόμενες αποτυχίες εμφύτευσης ο ακριβής χρόνος κατά τον οποίο θα πρέπει να πραγματοποιηθούν αυτές οι εξετάσεις θα εξαρτηθεί από διάφορους παράγοντες όπως η ηλικία, η ποιότητα του εμβρύου και ο αριθμός των αποτυχημένων κύκλων.
Μολονότι κάποιοι υποστηρίζουν ότι στην περίπτωση συνεχών αποβολών εξετάσεις είναι απαραίτητες μόνο εφόσον έχουν προηγηθεί τρεις τουλάχιστον αποβολές, οι μελέτες δείχνουν ότι ο ίδιος αριθμός θεραπεύσιμων αιτίων μπορεί να διαγνωστεί και όταν το ζευγάρι περνά από έλεγχο μετά από δύο. Επομένως, λαμβάνοντας ξανά υπόψη παράγοντες όπως η ηλικία, ενδέχεται να σας συστήσουμε να κάνετε εξετάσεις σε εκείνο το χρονικό σημείο.
Από το σύνολο των λύσεων που προτείνουμε θα επιλέξουμε
αυτή που σας ταιριάζει ανάλογα με το κλινικό ιστορικό σας:
Στόχος μας θα είναι να αποκλείσουμε μια σειρά γενετικών ή επίκτητων διαταραχών που αυξάνουν τον κίνδυνο σχηματισμού μικρών θρόμβων στο αίμα, οι οποίοι μπορούν να οδηγήσουν στην αποτυχία μιας εγκυμοσύνης. Οι θρόμβοι αυτοί συχνά μπορούν να θεραπευτούν πολύ απλά με τη χορήγηση ασπιρίνης ή ηπαρίνης με αντιπηκτική δράση.
Αν και παραμένει αμφιλεγόμενο ζήτημα, υπάρχουν ενδείξεις ότι μια υπερδραστήρια ανοσολογική απόκριση και ιδίως μια αύξηση της τοξικότητας των κυττάρων ΝΚ μπορεί να έχει αντίκτυπο στην εμφύτευση και την έκβαση της εγκυμοσύνης.
Για μικρές ορμονικές διαταραχές, ακόμη και για ένα αποτέλεσμα σχετικά με τη λειτουργία του θυρεοειδούς που θεωρείται φυσιολογικό σε ό,τι αφορά τη γενική κατάσταση της υγείας της ασθενούς , αλλά όχι το βέλτιστο δυνατόν για να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των πρώτων σταδίων της εγκυμοσύνης, θα πρέπει η ασθενής να υποβληθεί σε εξετάσεις ή και θεραπεία αν κριθεί απαραίτητο. Ομοίως, η προγεστερόνη είναι ζωτικής σημασίας για το ενδομήτριο (εσωτερική κοιλότητα της μήτρας) , αλλά εάν τα επίπεδά της αυξηθούν πολύ νωρίς, μπορεί να οδηγήσει στην πρόωρη ωρίμανση της εσωτερικής κοιλότητας που δεν θα μπορεί να δεχθεί ένα έμβρυο καλής ποιότητας. Τα επίπεδα προγεστερόνης θα πρέπει να ελέγχονται και κατά τη διάρκεια της διέγερσης για να βεβαιωθούμε ότι αυτό δε θα συμβεί και, εφόσον έχουν αυξηθεί σημαντικά, θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο της κατάψυξης του εμβρύου.
Μια πιο λεπτομερής αξιολόγηση του ενδομητρίου/της μήτρας ίσως να είναι ενδεδειγμένη.
Ανάλογα με το κλινικό ιστορικό της ασθενούς αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί με διάφορους τρόπους:
α) Υστεροσαλπιγγογραφία: Μια ειδική ακτινοσκιερή ουσία (σκιαστικό) διοχετεύεται στη μήτρα προκειμένου να αποκλειστεί τυχόν δομική ανωμαλία της μήτρας ή η συγκέντρωση υγρού στις σάλπιγγες (υδροσάλπιγγα), που μπορεί να έχουν αντίκτυπο στην έκβαση της εγκυμοσύνης.
β) 3D Υπέρηχος: Ώστε να αποκλειστεί η πιθανότητα κάποιας δομικής ανωμαλίας με τη βοήθεια υψηλής ευκρίνειας 3D τομογραφίας.
γ) Υστεροσκόπηση: Παρέχει πιο άμεση οπτική απεικόνιση της μητρικής εσωτερικής κοιλότητας με τη βοήθεια ενός μικρού τηλεσκοπίου που τοποθετείται μέσα στη μήτρα συχνά υπό γενική αναισθησία
Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι η διέγερση της κοιλότητας της μήτρας πριν τη θεραπεία μπορεί να οδηγήσει σε ένα πιο επιτυχές αποτέλεσμα σε περιπτώσεις προηγούμενων αποτυχημένων κύκλων.
Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι η αξιολόγηση ορισμένων γονιδίων μέσα στο ενδομήτριο μπορεί να βοηθήσει στον σωστό προγραμματισμό της μεταφοράς του εμβρύου.